- ερμητικότητα
- ηη ιδιότητα του ερμητικού, στεγανότητα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ερμητικότητα — η [ερμητικός] η ιδιότητα τού εντελώς κλειστού, τού στεγανού, τού φραγμένου, η στεγανότητα … Dictionary of Greek